Βίος του γέροντα Σωφρονίου
Ο γέροντας Σωφρόνιος, κατά κόσμο Σεργκέι Συμεώνοβιτς Σαχάρωφ, γεννήθηκε στη Μόσχα στις 22 Σεπτεμβρίου 1896, σε μια αστική οικογένεια ευλαβών ορθοδόξων χριστιανών. Ανετράφη μέσα στην ορθόδοξη παράδοση, όπου η προσευχή αποτελούσε μέρος της καθημερινότητας, γι’ αυτό και ο ίδιος από πολύ μικρός είχε συνηθίσει να προσεύχεται για αρκετή ώρα[1]. Πρώτος δάσκαλός του στην προσευχή ήταν η παραμάνα που τον μεγάλωνε: «Οι αναμνήσεις του Γέροντος από τα νηπιακά και παιδικά του χρόνια συνδέονταν ακριβώς με αυτήν. Εκείνη δεν τον πήγαινε μόνο περίπατο, αλλά και στην εκκλησία για τις ακολουθίες. Εκεί ο μικρός Σέργιος καθόταν στα πόδια της, όσο αυτή προσευχόταν. Η βαθειά αυτή και ολόθερμη προσευχή της παρθενικής καρδιάς δεν πέρασε χωρίς να αφήσει τα ίχνη της στο παιδί. Και η παραμάνα, χωρίς η ίδια να το συνειδητοποιήσει, έγινε ο πρώτος δάσκαλος προσευχής για τον Γέροντα Σωφρόνιο»[2].
Η αγάπη του για την τέχνη τον έσπρωξε να σπουδάσει στην Ακαδημία Καλών Τεχνών, από το 1915 ως το 1917, και στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής και Αρχιτεκτονικής στη Μόσχα από το 1920 ως το 1921[3]. Μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων έφυγε από τη χώρα του για να συνεχίσει απερίσπαστος την τέχνη του στη Δύση[4]. Έτσι από τη Μόσχα, και μετά από σύντομη παραμονή στην Ιταλία και το Βερολίνο, πήγε στο Παρίσι, όπου έζησε από το 1922 μέχρι το 1925[5]. Στο Παρίσι, η καλλιτεχνική του ανάδειξη προσέλκυσε μέχρι και τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης. Έκανε εκθέσεις στη Sallond’ Automne, ακόμη και στην πιο ελίτ SalondesTuileries[6].
Τα χρόνια στο Παρίσι τα πέρασε με την έντονη εσωτερική αναζήτηση σχετικά με το πώς ο άνθρωπος μπορεί να προσεγγίσει την αιωνιότητα. Στην πόλη αυτή αξιώθηκε να ζήσει την επίσκεψη του Θεού[7]. Ο γέροντας Σωφρόνιος έζησε την εμπειρία του ακτίστου φωτός για τρεις ολόκληρες μέρες, από το Μ. Σάββατο του 192 μέχρι την τρίτη μέρα του Πάσχα[8]. Η εμπειρία αυτή ανέτρεψε ολόκληρη τη ζωή του. Εγκατέλειψε τότε τη ζωγραφική και αναχώρησε για το Άγιον Όρος[9]. Στο Άγιον Όρος μόνασε αρχικά στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονος. Ύστερα ασκήτευσε στα Καρούλια, αλλά και στο σπήλαιο της Αγίας Τριάδος, το οποίο βρίσκεται κοντά στη Μονή του Αγίου Παύλου[10]. Έξι χρόνια από την άφιξή του στο Άγιον Όρος ο γέροντας Σωφρόνιος συνάντησε τον όσιο γέροντα Σιλουανό. Η γνωριμία τους ήταν σημαντικός σταθμός στη ζωή του και επηρέασε τη μετέπειτα πορεία του στον μοναχισμό[11].
Το 1947 ο γέροντας Σωφρόνιος επέστρεψε στο Παρίσι[12]. Εκεί υπηρέτησε ως ιερέας στο προάστιο της Αγίας Γενεβιέβης του Δρυμού και ανέλαβε την πνευματική καθοδήγηση πλήθους ανθρώπων. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν μοναχοί και ο γέροντας προσάρμοσε την ποιμαντική του στις ανάγκες τους:
«Η ψυχολογία των μοναχών, η υπομονή και η αντοχή τους ήταν τόσο πάνω από όλους και όλα (όσα συνάντησα στην Ευρώπη)», γράφει ο γέροντας, «ώστε δεν εύρισκα ούτε λόγια ούτε εξωτερικούς τρόπους επικοινωνίας. Εκείνο που οι μοναχοί αποδέχονται με ευγνωμοσύνη», συνεχίζει, «στην Ευρώπη συνέτριβε τους ανθρώπους»[13].
Σιγά σιγά, πολλοί από τους λαϊκούς προσκολλήθηκαν στον γέροντα και έτσι άρχισε να διαμορφώνεται γύρω από αυτόν μία μοναστική κοινότητα, την οποία διακόνησε με όλες του τις δυνάμεις[14].
Το έτος 1959 ο γέροντας έφυγε από το Παρίσι και πήγε στην Αγγλία. Εκεί, με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων πέτυχε να αγοράσει μια έκταση γης στην περιοχή του Εssex[15]. Μαζί με τον γέροντα έφυγε και η αδελφότητα που είχε ιδρυθεί στην Αγία Γενεβιέβη του Δρυμού, η οποία αποτέλεσε τη βάση για να διαμορφωθεί στο Εssexη πατριαρχική και σταυροπηγιακή Μονή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Για τη λειτουργία της Μονής ο γέροντας Σωφρόνιος δεν έθεσε συγκεκριμένες δομές, καθορισμένο τυπικό ή διοικητική οργάνωση, αλλά τον λόγο που του εμπιστεύτηκε ο Θεός διά μέσου του οσίου Σιλουανού. Αυτός ο λόγος που δίδεται από τον Θεό είναι το ισχυρότερο όπλο στη διακονία των ανθρώπων για τη σωτηρία τους. Τούτο διότι ο λόγος του Θεού μένει και ενεργεί αιώνια (Ησ. 55, 11.Α’ Πέτρ. 1, 25. Μρ. 13, 31. ). Γι’ αυτό και ο γέροντας ποτέ σχεδόν δεν κρατούσε σημειώσεις ούτε προσέτρεχε σε βιβλία για τις ομιλίες του[16]. Η διδασκαλία του γέροντα Σωφρονίου ήταν κατά μεγάλο μέρος επικεντρωμένη στην καλλιέργεια του νου και της καρδίας[17].
Στη σύναξη της αδελφότητας άρχιζε με προσευχή, εκζητώντας από τον Θεό να του δώσει λόγο σωτήριο για όλους τους παρόντες. Ακολουθούσε μακρά σιγή. Ο γέροντας συγκεντρωνόταν εσωτερικά ενώνοντας ολόκληρο το είναι του, και με ένταση αναζητούσε λόγο διά της προσευχής. Τότε άρχιζε να μιλά, μεταδίδοντας και φανερώνοντας ξαφνικά το αρχοντικό μεγαλείο του λόγου του. Μιλούσε σιγά και αργά, μέσα από την καρδιά του. Ταυτόχρονα όμως συμπεριφερόταν πάντοτε με πολλή φυσικότητα και απλότητα. Δεν υπήρχε πάνω του τίποτε το επιτηδευμένο που να θυμίζει μάντη ή προφήτη. Ο λόγος του, ως έκρηξη φλογερής προσευχής προς τον Θεό, ήταν πάντα συναρπαστικός και κατάφερνε να ανυψώσει τη συνείδηση των ακροατών του στον κόσμο, όπου οι θείες πραγματικότητες κατοπτεύονται οφθαλμοφανώς[18].
Στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή ο γέροντας έζησε μέχρι την ημέρα του θανάτου του (11 Ιουλίου 1993)[19].
[1] Ν. ΣΑΧΑΡΩΦ, Αγαπώ άρα υπάρχω, σ. 20.
[2] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Γράμματα στη Ρωσία, σσ. 17-18.
[3] ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
[4] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σ. 17.
[5] ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
[6] Ν. ΣΑΧΑΡΩΦ, Αγαπώ άρα υπάρχω, σ. 26.
[7] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σσ. 17-18.
[8] Ν. ΣΑΧΑΡΩΦ, Αγαπώ άρα υπάρχω, σ. 27.
[9] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σ. 18.
[10] ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
[11] Βλ. ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σσ. 61-162.
[12] ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
[13] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Περί προσευχής, σ. 191.
[14] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σ. 21.
[15] Ν. ΣΑΧΑΡΩΦ, Αγαπώ άρα υπάρχω, σ. 46. Πρβλ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
[16] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σ. 27.
[17] Ν. ΣΑΧΑΡΩΦ, Αγαπώ άρα υπάρχω, σ. 47.
[18] ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΣΑΧΑΡΩΦ (Αρχιμ.), Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τ. Α’, σσ. 28-29.
[19] ΙΕΡΟΘΕΟΥ (Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ», σ. 28.
You must be logged in to post a comment.