ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (Ματθ. στ΄14-21) 10 Μαρτίου 2019
Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου σήμερα, καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία προβάλλει τὴ νηστεία καὶ καλεῖ τὰ μέλη της νὰ τὴν τηρήσουν γιὰτὸἐπόμενο διάστημα, δηλαδὴτὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶτὴν Μεγάλη Ἐβδομάδα. Ἔχοντας προετοιμάσει κατάλληλα τὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸγιὰνὰτὴν ἀντέξει, χρησιμοποιεῖτὰΚυριακὰλόγια ὡς τὶς τελευταῖες πινελιὲς γιὰτὴσωστὴκαὶἀποτελεσματικὴτήρηση τῆς νηστείας, πρακτικὴποὺκατανοεῖται ὡς προσωπικὴἄσκηση γιὰτὴν ἐπίτευξη τοῦστόχου τῆς σωτηρίας. Εἶναι γι’ αὐτὸποὺσὲἄλλη περίπτωση, ὁἸησοῦς Χριστὸς θὰξεκαθαρίσει πὼς «τοῦτο τὸγένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰμὴἐν προσευχῇκαὶνηστείᾳ» (ΜΤ 17.21). Τὰδύο βασικὰσυστατικὰτῆς ἐπερχόμενης περιόδου εἶναι ἄλλωστε αὐτά, ἡπροσευχὴμέσα ἀπὸτὶς πιὸσυχνὲς ἀπὸτὸσυνηθισμένο ἀκολουθίες, καὶἡνηστεία.
Ἡνηστεία δὲν εἶναι θεσμὸς ποὺἐφαρμόζεται μόνο στὸν χριστιανισμό (ὅπως κάποιοι ἰσχυρίζονται), ἀλλὰἦταν μιὰπανάρχαια συνήθεια ποὺσυνδεόταν μὲτὴν προσπάθεια τοῦἀνθρώπου νὰφτάσει σὲκατάσταση ποὺσυγκρίνεται συμβολικὰμὲτὸν θάνατο, ἤἀποτελοῦσε εἶδος προσευχῆς γιὰἀποφυγὴφυσικῆς καταστροφῆς, ἤἀκόμα καὶὡς προσωπικὴμετάνοια. Εἶναι χαρακτηριστικὴἡἀντίδραση τῶν κατοίκων τῆς Νινευὴστὴν ἀνακοίνωση τοῦπροφήτη Ἰωνᾶγιὰτὴν ἐπικείμενη καταστροφή τῆς πόλης: «ἐπίστευσαν οἱἄνδρες ΝινευὴτῷΘεῷκαὶἐκήρυξαν νηστείαν». Ἦταν μιὰἀντίδραση ποὺτοὺς ἔσωσε, ἀφοῦ«εἶδεν ὁΘεὸς τὰἔργα αὐτῶν … καὶμετενόησεν ὁΘεὸς καὶοὐκ ἐποίησε».
Γιὰτοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Πατέρες, ἡἐντολὴγιὰνηστεία δόθηκε στὸν παράδεισο, μὲσκοπὸτὴν ἐγκράτεια, τὸν αὐτοέλεγχο καὶτὴν αὐτοσυγκράτηση – καὶὡς γνωστὸὁἄνθρωπος ἀπέτυχε οἰκτρά. Ὄχι πὼς δὲν εἶχε τίποτε ἄλλο νὰφάει: «ἰδοὺδέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶπᾶν ξύλον, ὃἔχει ἐν ἑαυτῷκαρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν» (ΓΕΝ. 1.29). Ὁπανάγαθος Θεὸς δίνει μεγάλη ποικιλία καὶἀπαγορεύει ἕνα, μὲτὸν Παῦλο νὰἐπισημαίνει ὅτι, «πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿οὐπάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿οὐκ ἐγὼἐξουσιασθήσομαι ὑπότινος» (Α’ ΚΟΡ. 6.12). Ὁἱερὸς Χρυσόστομος θεωρεῖὅτι, ὁἀπόστολος ἀναφέρεται ἐδῶστοὺς λαίμαργους, καὶσυμβουλεύει «μένε κύριος ὤν, καὶσκόπει μὴγένῃδοῦλος τούτου τοῦπάθους», συνέχισε νὰἔχεις ἐσὺτὸν πρῶτο λόγο καὶπρόσεχε νὰγίνεις δοῦλος τῆς λαιμαργίας σου (MPG61, 139). Ἄν ἡνηστεία ἦταν ἀναγκαία στὸν παράδεισο, πόσο περισσότερο χρήσιμη εἶναι ἔξω ἀπὸαὐτόν; Οἱφωτισμένοι ἄνθρωποι τῆς ΠΔ τὴν χρησιμοποίησανὡς ἐργαλεῖο ἐνδυνάμωσης, μετάνοιας, προσευχῆς, κατανόησης τοῦΘεοῦ. ὉΜωϋσῆς νηστεύει πρὶν νὰπαραλάβει τὸΝόμο, ὁἨλίας περπατᾶμὲτὴδύναμη ποὺτοῦἔδωσε ἡθεία τροφὴγιὰσαράντα μέρες μὲσκοπὸνὰ‘δεῖ’ τὸν Θεόν, ὁΔαβὶδ νηστεύει ὅταν ἀῤῥωστᾶτὸπαιδί του, ὁλαὸς νηστεύει ὅταν πληροφορεῖται τὸθάνατο τοῦβασιλιὰΣαούλ, καὶἕνας ἄλλος βασιλιάς, ὁἸωσαφάτ, κηρύττει νηστείαν ὅταν οἱἐχθροὶἈμμωνῖτες πλησιάζουν. Ἡἠθελημένη καὶστοχευμένη ἀποφυγὴφαγητοῦἦταν γιὰτοὺς ἑβραίους ἔνδειξη κακοπάθειας καὶὡς ἐκ τούτου ἐθεωρεῖτο πὼς ἔδινε τὸδικαίωμα στὸν ἄνθρωπο νὰζητήσει τὸἔλεος τοῦΘεοῦ, μὲτὸν ψαλμῳδὸνὰδηλώνει «τὰγόνατά μου ἠσθένησαν ἀπὸνηστείας, καὶἡσὰρξ μου ἠλλοιώθη δι’ ἔλαιον» (ΨΑΛΜ. 109.24).
«Ὅταν δὲνηστεύητε, μὴγίνεσθε ὥσπερ οἱὑποκριταί».
Στὴνέα μετὰΧριστὸν πραγματικότητα αὐτοῦτοῦεἴδους ἡνηστεία εἶναι ὑποκριτική. Μπορεῖτὰκίνητρά της νὰἦταν ἁγνά, μπορεῖἀκόμα καὶἡπράξη της νὰἦταν ἀπόῥῥοια γνήσιας εὐλάβειας, ὅμως δὲν ἀπόφερε κανένας κέρδος. Ἡνηστεία τοῦΦαρισαίου δὲν τὸν δικαίωσε, γιατὶγινόταν πρὸς τὸθεαθῆναι. Ὡς θεσμὸς εἶχε ἐξαχρειώθει τόσο, ποὺοἱἄνθρωποι ἔφταναν στὰἅκρα γιὰνὰμάθουν οἱἄλλοι ὅτι νήστευαν: τόσο ποὺπαραμόρφωναν τὰπρόσωπά τους καὶφαίνονταν σὰν κακομοίρηδες, μόνο καὶμόνο γιὰνὰπάρουν τὸν ἔπαινο τῶν συνανθρώπων τους. ὉΧριστὸς δίνει μιὰἄλλη προοπτικὴστὴνηστεία, ἀφοῦτὴν προτείνει ὡς ἐσωτερικὴἀνάγκη καὶὄχι ἐξωτερικὴμηχανικὴπρακτική, γι’ αὐτὸκαὶσυμβουλεύει ὅσους νηστεύουν νὰπεριποιοῦνται τὰμαλλιά τους, νὰπλένουν τὸπρόσωπό τους, νὰφαίνονται εὐδιάθετοι καὶχαρούμενοι, γιὰνὰδικαιοῦνται τὴν δίκαιη ἀνταπόδωση ἀπὸτὸν οὐράνιον Πατέρα.
Ὅταν οἱἑβραίοι κατηγόρησαν τοὺς μαθητὲς τοῦΧριστοῦὅτι δὲν νηστεύουν, Ἐκεῖνος ἀπάντησε: «μὴδύνανται οἱυἱοὶτοῦνυμφῶνος πενθεῖν ἐφ᾿ὅσον χρόνον μετ᾿αὐτῶν ἐστιν ὁνυμφίος; ἐλεύσονται δὲἡμέραι ὅταν ἀπαρθῇἀπ᾿αὐτῶν ὁνυμφίος, καὶτότε νηστεύσουσιν» (ΜΤ 9.15) – ἐκείνοι ζοῦσαν μὲτὸν Θεόν, καὶὅταν θὰφύγει ἀπὸκοντὰτους, τότε θὰἀναγκαστοῦν κι’ αὐτοὶνὰνηστέψουν γιὰνὰτὸν ξαναπλησιάσουν, ἀφοῦ«οὐκ ἐπ’ ἄρτῳμόνῳζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶπαντὶῥήματι ἐκπορευομένῳδιὰστόματος Θεοῦ» (ΜΤ 4.4). Εἶναι γι’ αὐτὸπού, ἡπροσευχὴκαὶἡνηστεία ἔγιναν πράξη στὴζωὴτῆς πρώτης Ἐκκλησίας, καὶσταδιακὰἡνηστεία ἐπιβλήθηκε ὡς θεσμὸς τόσο μὲκαθορισμένη χρονικὴδιάρκεια, ὅσο καὶσυγκεκριμένο περιεχόμενο, γι’ αὐτὸκαὶἔχουμε περιόδους ἀσιτίας, ξηροφαγίας ἤἀποχῆς ἀπὸὁρισμένες τροφές. Καὶἐπειδὴσκοπὸς τῆς νηστείας πρέπει νὰεἶναι ἡσωματικὴἄσκηση γιὰχαλιναγώγηση σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, οἱκανόνες ἐξαιροῦν ἀπὸτὴνηστεία τοὺς ἀσθενεῖς (69οςἈποστολικὸς Κανόνας) καὶτὶς λεχῶνες (Κανόνας 8, Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας).
Ὁὑμνῳδὸς θὰμᾶς καλέσει αὐτὴτὴν ἐβδομάδα, «νηστεύοντες ἀδελφοὶσωματικῶς, νηστεύσωμεν καὶπνευματκῶς». Ἡνηστεία δὲν εἶναι μόνο ἡἀποφυγὴὁρισμένων τροφίμων, ἀλλὰκαὶἡπαράλληλη ἀποξένωση ἀπὸτὰὑλικὰπάθη ποὺκλέβουν, καὶἀφανίζουν, καὶκαταστρέφουν τὸν θησαυρόν ποὺἔχει ὁκαθένας, αὐτὸν ποὺὀνομάζεται ψυχή. Ἄς ἐλευθερωθούμε ἀπὸτὰπάθη, ἄς ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸτὶς πονηρὲς σκέψεις, ἄς πολεμήσουμε ἐπιτέλους τὸν διάβολο. Τὰλόγια τοῦἄφρονος πλουσίου «ἀναπαύου, φάγε πίε, εὐφραίνου» (ΛΚ 12.19) ἀποδεικνύονται πράξη ἀνοησίας, μία διαβολικὴπαγίδα, ὅπως πολλὲς ἄλλες μὲτὶς ὁποῖες πείθει καὶτὸν σύγχρονο ἄνθρωπο νὰἀποφύγει τὴνηστεία. Ὅπως εἶναι ἡδικαιολογία, «οὐτὰεἰσερχόμενα, ἀλλὰτὰἐξερχόμενα» – γιατὶδηλαδή, δὲν μποροῦμε καὶτὰμὲν καὶτὰδέ; Ἄλλωστε, ὅση ζημιὰκάνουν τὰἐξερχόμενα, εἶναι ἀποδεδειγμένο πὼς πολὺμεγαλύτερη κάνουν καὶτὰεἰσερχόμενα, μὲτοὺς γιατροὺς νὰἐκδίδουν ὁδηγίες γιὰσωστὴδιατροφή, καὶνὰκάνουν τεράστιες προσπάθειες γιὰνὰκαταπολεμηθοῦν μάστιγες ὅπως ἡπαχυσαρκία, ἡβουλημία καὶἀντίθετα ἡνευρικὴἀνορεξία. ἩὈρθόδοξη Ἐκκλησία δίνει ἕνα τέλειο διατροφικὸὁδηγὸγιὰνὰδιατηρεῖτὸσῶμα ὑγιεινὸγιὰνὰζεῖμέσα του ἡψυχή, γι’ αὐτὸκαὶἐν τέλει ἡνηστεία εἶναι ἕνας θησαυρὸς ποὺκαταθέτει ὁχριστιανὸς μὲἀσφάλεια «ἐν οὐρανῷ», καὶπαράλληλα τὴν χρησιμοποιεῖγιὰνὰθωρακιστεῖπνευματικὰκαὶἄρτια ἐκπαιδευμένος νὰαἰτηθεῖκαὶἄφεσιν τῶν ἁμαρτημάτων του. Μὲτὴνηστεία ὁχριστιανὸς θάπτει «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον τὸν φθειρόμενον κατὰτὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης»(ΕΦ. 4.22) καὶἔχει τὴδυνατότητα νὰἀναστηθεῖμὲτὸν ζωοδότην Κύριον. Ἄς μὴντρεπόμαστε λοιπὸν νὰνηστέψουμε, ἄς ἀκολουθήσουμε τὴσυμβουλὴτοῦΠαύλου «ὁἐσθίων τὸν μὴἐσθίοντα μὴἐξουθενείτω, καὶὁμὴἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴκρινέτω» (ΡΩΜ. 14.3), ὄμως ἄς νηστέψουμε σωστὰγιὰνὰτὸἐκτιμήσει «ὁβλέπων ἐν τῷκρυπτῷκαὶἀποδώσει ἐν τῷφανερῷ».
ΚΑΛΟΝ ΣΤΑΔΙΟΝ, ἐν Χριστῷἀδελφοὶ.
Πρωτ. Στέφανος Χρυσάνθου