(Σεβασμ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)
Τό θαύμα τού πολλαπλασιασμού τών πέντε άρτων είναι από τά πιό γνωστά καί αγαπητά γεγονότα τής ζωής τού Χριστού, γιατί δείχνει ότι ο Χριστός ενδιαφέρεται γιά τά υλικά προβλήματα τών ανθρώπων, γιά τήν πείνα τους, αλλά καί γιατί δείχνει τό μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας, όπως ερμήνευσαν οι άγιοι Πατέρες τής Εκκλησίας τήν περικοπή αυτή. Όμως, σήμερα, στό σύντομο αυτό κήρυγμα, θά δούμε μιά άλλη πλευρά τού θέματος αυτού πού είναι σημαντική. Δηλαδή, θά εξετάσουμε τό θέμα, όχι από τήν πλευρά τού Χριστού, αλλά από τήν πλευρά τών ανθρώπων. Οι άνθρωποι τής εποχής εκείνης ακολουθούσαν τόν Χριστό γιά νά ακούσουν τήν διδασκαλία Του καί νά δεχθούν τήν αγάπη Του μέ τίς θεραπείες τών διαφόρων ασθενειών. Ο ιερός Ευαγγελιστής γράφει: «καί ακούσαντες οι όχλοι ηκολούθησαν αυτώ πεζή από τών πόλεων» (Ματθ. ιδ’, 13).Δηλαδή, όταν οι άνθρωποι άκουσαν ότι ο Χριστός είναι κοντά, Τόν ακολούθησαν μέ τά πόδια από τίς πόλεις, πού σημαίνει βγήκαν οι άνθρωποι από τίς πόλεις καί ακολούθησαν τόν Χριστό. Μάλιστα, ο τόπος ήταν έρημος, δέν είχαν μαζί τους τρόφιμα καί είχε βραδιάσει. Καί τά τρία αυτά στοιχεία (έρημος, απουσία τροφίμων, βράδυ) δείχνουν τό ότι οι άνθρωποι προτίμησαν νά ακούσουν τόν Χριστό, παρά τίς τόσες δυσκολίες πού αντιμετώπιζαν. Καί όπως γράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, ήταν πέντε χιλιάδες άνδρες, χωρίς νά υπολογισθή η παρουσία τών γυναικών καί τών παιδιών. Οπότε, ασφαλώς ο αριθμός ήταν μεγαλύτερος.
Τό θέμα, λοιπόν, είναι τί προτεραιότητες θέτουμε στήν ζωή μας: υλικές ή πνευματικές. Αυτό είναι πολύ σημαντικό σημείο, πού δείχνει πώς ζούμε, πώς συμπεριφερόμαστε, ποιός είναι ο στόχος τής ζωής μας. Υπάρχουν υλικές ανάγκες πού συνδέονται μέ τίς επιθυμίες μας, υπάρχουν βιολογικές ανάγκες πού αφορούν τό σώμα μας, υπάρχουν ψυχολογικές ανάγκες, αφού αναζητάμε αγάπη, πληρότητα, καί υπάρχουν πνευματικές ανάγκες, αφού όλοι μας αναζητάμε τόν Θεό.
Οι ειδικοί γιά τά θέματα αυτά λένε ότι οι βασικές ανάγκες κάθε ανθρώπου δέν είναι οι υλικές, αλλά κυρίως η ανάγκη νά αγαπάμε καί νά μάς αγαπούν, καί η ανάγκη νά αισθανόμαστε ότι έχουμε κάποια αξία γιά τόν εαυτό μας καί τούς άλλους. Όταν δέν ικανοποιούνται αυτές οι βασικές ψυχικές ανάγκες ο άνθρωπος αισθάνεται οδύνη καί δυσφορία, έστω κι άν ζή μέσα στήν ευμάρεια καί τόν υλικό πλούτο.
Πέρα από τίς βασικές αυτές ψυχικές ανάγκες υπάρχουν καί οι θεολογικές ανάγκες, αφού ο άνθρωπος πρωτίστως είναι θεολογικό όν, δηλαδή δημιουργήθηκε από τόν Θεό, θέλει νά ζή μέ τόν Θεό καί οδηγείται πρός τόν Θεό. Από αυτήν τήν ανάγκη γεννιούνται διάφορα ερωτήματα, όπως: ποιός μάς δημιούργησε, γιατί ήλθαμε στήν ζωή, πού πηγαίνουμε, γιατί πεθαίνουμε, τί γίνεται η ψυχή μετά τόν θάνατο. Δέν υπάρχει άνθρωπος πού δέν απασχολήθηκε ποτέ μέ τέτοια θεολογικά ερωτήματα. Από αυτήν τήν βασική ανάγκη δημιουργήθηκε η φιλοσοφία, καί οι αναζητήσεις τού ανθρώπου γιά τόν Θεό. Όταν ο άνθρωπος δέν ικανοποιή αυτήν τήν θεολογική ανάγκη του, αισθάνεται ανικανοποίητος καί αποτυχημένος στήν ζωή.
Η κρίση τήν οποία ζούμε είναι αποτέλεσμα τής μή ικανοποιήσεως τών ψυχικών καί θεολογικών αναγκών. Οι υπαρξιακοί ψυχοθεραπευτές έχουν αποδείξει ότι ο άνθρωπος δέν πεθαίνει από τήν έλλειψη υλικών αγαθών καί τροφίμων, αλλά κυρίως από τήν απόγνωση καί τήν απελπισία, πού είναι αποτελέσματα τής μή ικανοποιήσεως τών βασικών ψυχικών καί θεολογικών του αναγκών.
Πάντως, από τήν σημερινή περικοπή φαίνεται ότι οι άνθρωποι τής εποχής εκείνης προτίμησαν νά ακούσουν τόν Χριστό, χωρίς νά σκεφθούν τήν έλλειψη τών τροφίμων καί τόν έρημο τόπο καί τελικά απέκτησαν καί τά πνευματικά καί τά υλικά αγαθά. Πρέπει καί εμείς νά αναζητάμε τήν ικανοποίηση κυρίως τών θεολογικών αναγκών μας, νά βρούμε τόν Χριστό καί νά αποκτήσουμε κοινωνία μαζί Του γιά νά λυθούν όλες οι θεολογικές μας ανησυχίες.