Το Σάββατο, 5 Ιουνίου 2021, έλαβε χώρα στην Αίθουσα Τελετών του Κέντρου Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου «Αρχάγγελος» η επιστημονική ημερίδα με τίτλο «Η εκατόμβη της 9ης Ιουλίου 1821».
Η ημερίδα τελούσε υπό την αιγίδα της Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Μαχαιρά σε συνεργασία με το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Πρώτος εισηγητής της ημερίδας ήταν ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαΐας. Η εισήγησή του είχε τίτλο «Οι Μάρτυρες κληρικοί του 1821 στην Κύπρο». Ο Πανιερώτατος αναφέρθηκε στο μαρτύριο των Ελληνοκυπρίων κληρικών του 1821, το οποίο αποτελεί την υπέρτατη απόδειξη του μεγαλείου της ιερατική ψυχής των κληρικών». Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στις καταστροφικές συνέπειες που προκάλεσε η διεφθαρμένη οθωμανική διοίκηση, για τον τοπικό πληθυσμό της Νήσου. Ακολούθως, αναφέρθηκε στα βιογραφικά του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, των τριών Μητροπολιτών Πάφου Χρυσάνθου, Κιτίου Μελετίου και Κυρηνείας Λαυρεντίου, των Ηγουμένων Κύκκου Ιωσήφ, Αγίου Νεοφύτου Ιωακείμ, Χρυσορρογιάτισσας Ιωακείμ, Χρυσολάκουρνας Σίλβεστρου και Αγίας Βαρβάρας Σωφρονίου, οι οποίοι μαζί με άλλους κληρικούς θυσιάστηκαν υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Στο τέλος, εξέφρασε τη λύπη του που η Εκκλησία της Κύπρου δεν αξιοποίησε, όπως άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τοπικές Εκκλησίες, τον πλούτο Κυπριακών Μαρτυρολογίων, με αποτέλεσμα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, να μην έχουν αγιοκαταταχθεί, ως όφειλε. «Προσδοκούμε, μέσω της ημερίδας αυτής, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Κύπρου, να ξεκινήσει μια ενδελεχή έρευνα των βιογραφικών των Κυπρίων κληρικών Μαρτύρων και σύντομα να εξάξει τα ορθά συμπεράσματα. Ευχή και ελπίδα μας είναι να γίνει η απαρχή με την αγιοκατάταξη του Αγίου Εθνομάρτυρος Αρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανού, ως ελάχιστο φόρο τιμής προς το ιερό του μαρτύριο υπέρ πίστεως και πατρίδος». Μερικά από τα βασικά τεκμήρια της αγιότητος του μαρτυρίου του Εθνομάρτυρος Κυπριανού εντοπίζονται στο ποίημα του Βασίλη Μιχαηλίδη «Η 9η Ιουλίου 1821» στιχους με τους οποίους ο Πανιερώτατος ξεκίνησε την εισήγησή του « «Εν θέλω, Κκιόρ-ογλου, εγιώ να φύω που την Χώραν, γιατί αν φύω, το κακόν εν’ να γινή περίτου.
Θέλω να μείνω, Κκιόρ-ογλου, τζι ας πα’ να με σκοτώσουν ας με σκοτώσουσιν εμέν τζι οι άλλοι να γλυτώσουν.
Δεν φεύκω, Κκιόρ-ογλου, γιατί, αν φύω, ο φευκός μου εν’ να γενή θανατικόν εις τους Ρωμιούς του τόπου.
Να βάλω την συρτοθηλειάν εις τον λαιμόν του κόσμου;
Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν’ κάλλιον του πισκόπου.
Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου, κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ι-ξηλείψη,
κανένας, γιατί σιέπει την που τα ‘ψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη εν να χαθή, όντας ο κόσμος λείψει!
Σφάξε μας ούλους κι ας γενεί το γαίμαν μας αυλάτζιν,
κάμε τον κόσμον ματζιελλειόν και τους Ρωμιούς τραούλλια,
αμμά ξερε πως ίλαντρον όντας κοπεί καβάκιν
τριγύρου του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
Το ’νιν αντάν να τρώ’ την γην, τρώει την γην θαρκέται,
μα πάντα κείνον τρώεται και κείνον καταλυέται».
You must be logged in to post a comment.