«Οὓτω καί ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐάν μή ἀφῆτε ἓκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπό τῶν καρδιῶν ὑμῶν τά παραπτώματα αὐτῶν» (Ματθ. ιη΄ 35).
Μέσα από τη σημερινή παραβολή του κακού και άσπλαχνου δούλου, ο Κύριος μάς διδάσκει το μεγάλο μάθημα της ανεξικακίας και της συγγνώμης.
Μας διηγείται η παραβολή την περίπτωση ενός δούλου, ο οποίος όφειλε ένα τεράστιο χρηματικό ποσό και μη μπορώντας να το ξοφλήσει βρέθηκε μπροστά στη δίκαιη αντιμετώπιση του Κυρίου του, που αποφάσισε να τον κλείσει στη φυλακή μέχρι να του αποδώσει το οφειλόμενο. Ο δούλος εκείνος, πέφτει στα πόδια του Κυρίου του και τον παρακαλεί να του δώσει χρόνο, να μην τον τιμωρήσει, και του έδωσε την υπόσχεση ότι θα αγωνιστεί να ξοφλήσει το χρέος που είχε απέναντί του.
Ο γεμάτος αγάπη και ευσπλαχνία εκείνος οικοδεσπότης, βλέποντας την προβαλλόμενη μετάνοια του δούλου του, αλλάζει την απόφασή του. Δεν τον τιμωρεί και του χαρίζει όλο το χρέος που του όφειλε.
Είναι όμως η στάση του ευεργετημένου δούλου, ανάλογη με αυτή του Κυρίου του; Δυστυχώς όχι. Αφού μετά την ευεργεσία που δέχθηκε από τον Κύριό του, σπεύδει να συναντήσει ένα σύνδουλό του, ο οποίος του χρωστούσε ένα πολύ ασήμαντο ποσό. Τον πίεζε να του το ξοφλήσει και επειδή εκείνος δεν μπορούσε να το πράξει, τότε αποφάσισε να τον ρίξει στη φυλακή για να τον τιμωρήσει.
Ξέχασε εντελώς την ευεργεσία που ο ίδιος δέχθηκε προηγουμένως και δεν θέλησε να δείξει την ανάλογη αγάπη και συμπόνια προς ένα συνάνθρωπό του. Και όταν οι άλλοι δούλοι είδαν τη σκληρή αυτή στάση, τον οδήγησαν στον Κύριο τους, ο οποίος αυτή τη φορά τον κάλεσε κοντά του. Τον ονόμασε δούλο πονηρό και οκνηρό και, εξαιτίας της ασπλαχνίας του, τον τιμώρησε παραδίδοντάς τον στους βασανιστές μέχρις ότου επιστρέψει το τεράστιο οφειλόμενο χρέος του. Και τούτο, γιατί δεν έδειξε την αγάπη και την ευσπλαχνία σε ένα συνάνθρωπό του. Τα δώρα που ο ίδιος δέχθηκε από τον Κύριό του, δηλαδή την αγάπη και τη συγχωρητικότητα, δεν θέλησε να τα χαρίσει και σε ένα από τους αδελφούς του.
Με τη σημερινή ευαγγελική παραβολή ο Χριστός θέλησε να διδάξει τους ανθρώπους της εποχής του και, κατ’ επέκταση όλους εμάς σήμερα, τη μεγάλη αρετή της συγχώρεσης. Πολλές φορές στη ζωή μας ταυτιζόμαστε με το ρόλο του άσπλαχνου και αγνώμονα δούλου, όπως τον συναντούμε στο σημερινό ευαγγέλιο. Και εμείς, ενώ είμαστε δέκτες της μεγάλης αγάπης του Θεού, ο οποίος δείχνει άπειρο έλεος και ευσπλαχνία και μας συγχωρεί τα πολυάριθμα σφάλματα και αμαρτήματά μας, εμείς δυσκολευόμαστε να αγαπήσουμε το συνάνθρωπό μας και να συγχωρέσουμε τους αδελφούς μας για μικρά και ασήμαντα πράγματα.
Πόσο, αλήθεια, υποκριτές είμαστε; Ζητούμε από το Θεό να μας συγχωρέσει και εμείς δεν έχουμε τη δύναμη της ψυχής να χωρέσουμε μέσα στην καρδιά μας ακόμη και τον πιο ελάχιστο αδελφό μας, τον αδελφό του Χριστού, όπως ο ίδιος ονομάζει τον κάθε άνθρωπο, στη γνωστή παραβολή της Κρίσεως. Κάθε φορά που απαγγέλουμε την Κυριακή Προσευχή, το γνωστό σε όλους μας «Πάτερ ημών…» καταλήγουμε λέγοντας « Πατέρα μας… συγχώρεσε μας αυτά που οφείλουμε σε Σένα, δηλαδή τα αμαρτήματα μας, γιατί και εμείς ήδη συγχωρέσαμε τους δικούς μας οφειλέτες». Προϋπόθεση, λοιπόν, της συχώρεσης των δικών μας αμαρτιών από το Θεό, αποτελεί η δική μας στάση απέναντι στο συνάνθρωπό μας. Αν εμείς, δηλαδή, καταφέρουμε να δείξουμε έλεος, αγάπη και δώσουμε συγχώρεση σε κάθε συνάνθρωπό μας.
Ποια είναι άραγε η αιτία που μας κρατά μακριά από την απόκτηση αυτής της μεγάλης αρετής της συγχωρητικότητας; Ίσως η απουσία της αγάπης από την καρδιά και ο εμπαθής εγωισμός που μας χωρίζει από μια ζωντανή σχέση με το Θεό και το συνάνθρωπό μας.
Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, αφανίζοντας τον άκρατο εγωισμό μας, να πλησιάσουμε τον κάθε συνάνθρωπό μας, χωρώντας τον στην αγαπώσα καρδιά μας ό, τι και αν έχει φταίξει σε μας. Ίσως αυτό να είναι και το καλύτερο παράδειγμα. Μια στάση ζωής που θα οδηγήσει και εμάς στην αιώνια συνάντηση με το Θεό. Με το Θεό, που πάνω στο Σταυρό μάς δίδαξε το πώς πρέπει να συγχωρούμε, αφού Αυτός ο ίδιος έδωσε τη συγχώρεση στους σταυρωτές Του.
Πρωτ. Θεόδωρος Στυλιανού