Η κοινωνία μας ακολουθεί, όπως όλοι ομολογούν, μια σταθερή και χωρίς επιστροφή πορεία από το κακό προς το χειρότερο. Παρά τις όποιες φιλότιμες και φιλόδοξες προσπάθειες των πολιτικών, των οικονομολόγων και των άλλων επιστημόνων για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης πάνω στον πλανήτη μας, οι δυνάμεις του κακού και της φθοράς φαίνεται ότι έχουν κυριαρχήσει ολοκληρωτικά. Το πιο τραγικό, μάλιστα, είναι ότι όλοι, ακόμα κι’ αυτοί που κατά καιρούς υπόσχονται πως θα σώσουν την ανθρωπότητα, σηκώνουν τα χέρια και υποτάσσονται μπροστά στην ακραία μορφή του κακού, που είναι ο θάνατος. Μπροστά στο θάνατο όλες οι φιλοσοφίες, όλες οι θεωρίες και θρησκευτικές διδασκαλίες, αδυνατούν να προτείνουν κάτι ουσιαστικό. Σ’ αυτό το τραγικό αδιέξοδο, μόνο η Εκκλησία είναι σε θέση να δώσει διέξοδο. Όχι γιατί διαθέτει την καλύτερη διδασκαλία, αλλά γιατί προσφέρει στους πιστούς Αυτόν, που όχι μόνο διακήρυξε αλλά και απέδειξε, με τον θάνατό Του στον σταυρό, πως ο ίδιος είναι η ζωή και η ανάσταση, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό.
Ο αρχισυνάγωγος Ιάειρος, τραγική φυσιογνωμία στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα, έβλεπε τη δωδεκάχρονη κόρη του να αργοσβήνει στο κρεβάτι της αρρώστιας. Δόξες, πλούτη, γνωριμίες και ιδίως η εξέχουσα θέση του στην ιουδαϊκή θρησκεία δεν μπόρεσαν να του προσφέρουν την παραμικρή βοήθεια. Απογοητευμένος και έχοντας ακούσει για τα θαύματα του Ιησού, πείθεται πως μόνο σ᾽ Αυτόν μπορεί να αναζητήσει τη σωτηρία του παιδιού του. Γι᾽ αυτό και πηγαίνει να Τον συναντήσει.
Η ανταπόκριση του Κυρίου στις θερμές παρακλήσεις του Ιάειρου ήταν θετική. Γιατί θέλει να διδάξει πως ο θάνατος δεν είναι ανίκητος. Και πως, ακόμα, η βασιλεία του Θεού δεν είναι ευσεβής πόθος, ούτε παυσίπονο για να ξεχνούμε την απελπισία, που δημιουργεί η προσμονή του θανάτου.
Όταν ο Ιησούς έφθασε στο σπίτι του αρχισυνάγωγου, το κορίτσι είχε ήδη πεθάνει. Για τους παρευρισκόμενους είχε πια συμβεί το μοιραίο και τίποτε και κανένας δεν μπορούσε ν᾽ αλλάξει την κατάσταση. Ο Χριστός, ωστόσο, έχει αντίθετη άποψη. «Το κορίτσι δεν πέθανε αλλά κοιμάται», τους λέει. Κι’ εκείνοι γελούν, γιατί τα λόγια Του τους φαίνονταν πραγματικά αστεία. Μέσα στην άγνοιά τους, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν πως γι᾽ Αυτόν, που έδωσε πνοή και ζωή στα σύμπαντα, ο θάνατος δεν ήταν κάτι το φοβερό.
Ο Ιησούς δεν ασχολείται με τα ειρωνικά σχόλια των ανθρώπων και προχωρεί με αποφασιστικότητα στο δωμάτιο, που ήταν το άψυχο σώμα του παιδιού. Προστάζει τη νεκρή κόρη, όπως ένας κοσμικός άρχοντας θα πρόσταζε τον υπηρέτη του. «Η παις εγείρου». Κι’ εκείνη υπακούει. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς γιατί τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο θέλημα του Θεού. Ούτε αυτός ο θάνατος.
Αυτοί που περιγελούσαν τον Χριστό δεν πίστευαν σε δύο ουσιαστικά πράγματα. Στο ό,τι υπάρχει ζωή μετά από τον θάνατο και στο ό,τι ο διδάσκαλος από τη Ναζαρέτ ήταν ο Υιός του Θεού και Θεός αληθινός, παντοδύναμος όπως ο Πατέρας Του. Είκοσι αιώνες μετά από το θαύμα της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου πολλοί άνθρωποι, και μεταξύ αυτών αρκετοί Χριστιανοί, αμφιβάλλουν ακόμη για το αν θα υπάρξει ζωή μετά θάνατον.
Είναι γνωστές οι απόψεις συνανθρώπων μας, που θεωρούν ότι το κήρυγμα για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου δεν πρέπει να το πάρει κανείς στα σοβαρά. Κάποιοι μάλιστα δεν διστάζουν να πουν ότι τα περί κρίσεως και βασιλείας του Θεού είναι επινοήσεις των κληρικών για να συσπειρώνουν τους αγράμματους. Δεν είναι λίγοι κι’ εκείνοι, που βουλιάζουν μέσα στα πάθη τους και προσπαθούν να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους με τη σκέψη ότι δεν μπορεί να υπάρχει άλλη ζωή και κόλαση των αμαρτωλών, αφού αυτοί αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων. Όλοι αυτοί ασφαλώς, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο «καταγελούν» τον Κύριο, όπως και οι Ιουδαίοι που βρίσκονταν στο σπίτι του Ιάειρου.
Ο θάνατος του σώματος είναι χωρίς αμφιβολία αναπόφευκτος. Για τους πιστούς όμως υπάρχει η ελπίδα της ανάστασης. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο, που η Εκκλησία τονίζει τα θαύματα του Κυρίου στον νεκρό νέο από τη Ναΐν, την κόρη του Ιάειρου και τον τετραήμερο Λάζαρο. Είναι γι’ αυτό, κυρίως, που σε κάθε λατρευτική σύναξη μας υπενθυμίζει την Ανάσταση του Ιησού, χαρακτηρίζοντας την ημέρα της ως εορτών εορτή.
Ο σωματικός θάνατος λοιπόν έχει νικηθεί. Υπάρχει όμως ένας άλλος θάνατος, που απειλεί την ψυχή μας και είναι αιώνιος. Σε μια εποχή και μια κοινωνία, που ζει μακριά από την πηγή της ζωής, η οσμή αυτού του θανάτου είναι έντονη. Χρειάζεται αγώνας και εγρήγορση για να μείνουμε ζωντανοί και η Εκκλησία μας προσφέρει αυτή την ευκαιρία ζωογονώντας μας με το λόγο του Θεού, αλλά κυρίως με το ζωοποιό σώμα και αίμα του Ιησού Χριστού.
Δρ. Φαίδων Παπαδόπουλος