‘Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;’
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί χριστιανοί, είδαμε να πλησιάζει τον Κύριό μας ένας νομικός, ένας δηλαδή που γνώριζε το Νόμο του Μωυσή. Ένας θεολόγος θα λέγαμε σήμερα. Ο νομικός ρώτησε το Χριστό, τι έπρεπε να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Η ερώτηση αυτή ήταν πονηρή. Δεν ήθελε ειλικρινά να μάθει. Δεν πλησίασε τον Κύριο απλά και ταπεινά αλλά με σκοπό να τον εκθέσει ότι τάχα δεν γνώριζε το Νόμο.
Ο Κύριός μας του απαντά, ρωτώντας εκείνον τι νομίζει ότι καθιστά κάποιον κληρονόμο της αιώνιας ζωής. «Εσύ ξέρεις τον Νόμο, μελετάς τις Γραφές. Τί διαβάζεις λοιπόν;» Ο νομικός απαντά στο Χριστό ότι την αιώνια ζωή με βάση τον Νόμο του Μωυσή, θα κληρονομήσει ο άνθρωπος που θα αγαπήσει το Θεό με όλη την καρδιά του, και τον πλησίον του, όπως αγαπά τον εαυτό του.
«Σωστά απάντησες», του λέει τότε ο Κύριος. «Αυτό να κάνεις και συ και θα κληρονομήσεις την αιώνια ζωή». Όμως ο νομικός βρέθηκε να είναι εκτεθειμένος. Αφού ήξερε την απάντηση, γιατί ρώτησε; Για να δικαιολογήσει λοιπόν τον εαυτό του, ξαναρωτά, τάχα για διευκρίνιση: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου για να τον αγαπώ σαν τον εαυτό μου;» Τότε ο Χριστός βρήκε την ευκαιρία να πει την παραβολή του Καλού Σαμαρείτη. Με αυτή την Παραβολή, μας εξήγησε ποιος είναι ο πλησίον μας και ποια είναι τα χαρακτηριστικά της αγάπης, που πρέπει να δείχνουμε προς αυτόν.
Λέει η παραβολή, ότι κάποιος άνθρωπος κατέβαινε από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ. Στο δρόμο έπεσε σε ληστές. Τον τραυμάτισαν και τον άφησαν μισοπεθαμένο. Πέρασαν δύο άνθρωποι της θρησκείας από κοντά του, αλλά δεν τον βοήθησαν. Τον περιέθαλψε ένας ξένος, ένας Σαμαρείτης, που αποτελεί παράδειγμα γνήσιας, ανιδιοτελούς, χριστιανικής αγάπης.
Αφού τελείωσε την παραβολή του ο Χριστός, ρωτά το νομικό: «Ποιος νομίζεις ότι αποδείχθηκε ‘πλησίον’ σ’ αυτόν που έπεσε στους ληστές;» Εκείνος απάντησε: «Μα εκείνος φυσικά που τον λυπήθηκε και τον περιποιήθηκε». «Πήγαινε», του λέει ο Χριστός, «να κάνεις και συ το ίδιο». Αφού ήθελες να μάθεις τι σημαίνει ‘πλησίον’, οφείλεις τώρα που έμαθες να πράττεις ανάλογα.
Αξίζει τον κόπο να σχολιάσουμε, όχι την παραβολή, αλλά τη συμπεριφορά του νομικού που πλησίασε το Χριστό. Κατ’ αρχάς πλησίασε το Χριστό όχι ως μαθητής προς το δάσκαλο. Ούτε ως άρρωστος προς το γιατρό. Αλλά ως κατάσκοπος, ως ανακριτής. Με δόλιο τρόπο. Ρώτησε κάτι που αποδείχθηκε ότι το ήξερε.
Θα μπορούσε στο σημείο αυτό, ντροπιασμένος να ζητήσει συγνώμη, να ταπεινωθεί. Αντί αυτού όμως θέλησε να δικαιολογήσει τον εαυτό του: «Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;» Αυτή η στάση του είναι χειρότερη από την πονηριά του. Η δικαιολόγηση του εαυτού του φανερώνει ότι έμεινε αμετανόητος, μετά τη φανέρωση της πονηρής του διαθέσεως από τον Κύριο.
Η δικαιολογία είναι η αμαρτία που μας κλείνει το δρόμο για τη σωτηρία. Είναι το αντίθετο της ταπείνωσης. Τι είναι δικαιολογία; Είναι μια προσπάθεια να σώσουμε τον θιγμένο εγωισμό μας. Όταν με οποιονδήποτε τρόπο νοιώθουμε ότι θιγόμαστε, ότι μειωνόμαστε ενώπιον των άλλων, τότε προσπαθούμε να αποκαταστήσουμε τον εαυτό μας με τη δικαιολογία.
Η στιγμή κατά την οποία νοιώθουμε ότι εκτιθέμεθα, είναι η χρυσή ευκαιρία για τη σωτηρία μας. Να αναγνωρίσουμε το λάθος μας και να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας. Από μέσα μας, μυστικά, αλλά με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας και το Θεό φυσικά. Η αυτοκατηγορία, η αυτομεμψία, όπως ονομάζεται από τους Πατέρες της Εκκλησία μας, είναι η αρχή της σωτηρίας μας. Είναι η αρχή της γιατρειάς της ψυχής μας. Η αυτομεμψία είναι η πηγή όλων των αρετών, είναι η βάση της ταπείνωσης.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση της καθημερινής μας ζωής, στην οικογένεια, στην εργασία μας, στις κοινωνικές μας σχέσεις, ας έχουμε έτοιμο το πανίσχυρο πνευματικό όπλο της αυτομεμψίας. Αντί να αρχίζουμε τις δικαιολογίες, ας πούμε τη φράση: «Με συγχωρείτε, έκανα λάθος». Όλα τελειώνουν. Γαληνεύει η ψυχή μας. Ειρηνεύει το περιβάλλον μας. Έστω και εάν νοιώθουμε ότι ο άλλος έχει μεγαλύτερο ποσοστό ευθύνης για κάτι που έγινε. Ας παραδεχτούμε το ελάχιστο έστω ποσοστό της δικής μας ευθύνης. Ας αναλάβουμε αυτή την ευθύνη που μας αναλογεί και ας ζητήσουμε να μας συγχωρέσουν.
Στον ορθόδοξο μοναχισμό η εκζήτηση συγνώμης εκφράζεται με το χαρακτηριστικό ‘ευλόγησον’. Η δικαιολογία εκφράζει εγωιστικό πνεύμα, ενώ το ‘ευλόγησον’ εκφράζει αυτογνωσία, αυτομεμψία, ταπείνωση και αγάπη. Ο Μέγας Αντώνιος λέει: «Όσες φορές έριξα την ευθύνη των πραγμάτων πάνω μου, αμέσως η γαλήνη απλώθηκε μέσα στην ψυχή μου. Από τη στιγμή που έριξα το βάρος στον άλλο και είπα αυτός φταίει και όχι εγώ, τότε ένιωσα μέσα μου στεναχώρια και πίκρα».
Η αυτομεμψία θα βοηθήσει πολύ τη σύγχρονη κοινωνία μας. Σήμερα κυριαρχεί η απόδοση ευθυνών μόνο στους άλλους. Νομίζουμε ότι για όλα φταίνε όλοι εκτός από μας. Ενώ η αλήθεια είναι ότι για όλα φταίμε και εμείς. Έστω και ελάχιστα. Ακόμη και για το κακό που συμβαίνει σε άλλα μέρη του κόσμου, ευθυνόμαστε. Με διάφορους τρόπους. Ας πούμε ένα από αυτούς. Ευθυνόμαστε γιατί δεν προσευχόμαστε. Γιατί δεν είμαστε άγιοι. Γιατί με τις διάφορες αμαρτίες μας και κυρίως με την κατάκριση των άλλων, εμποδίζουμε την Χάρη του Θεού και έτσι το κακό αυξάνει.
Αν αποδεχθούμε αυτή την μεγάλη αλήθεια, ότι δηλαδή για όλα τα κακά φταίμε όλοι, τότε τα πράγματα θα πάνε σίγουρα καλύτερα. Σαν τον Τελώνη της σχετικής παραβολής, ας πούμε ο καθένας μυστικά μέσα στην καρδιά του το ‘ήμαρτον’. Ας κατηγορήσουμε τον εαυτό μας ο καθένας. Για να δικαιωθούμε από το Θεό. Η ταπείνωσή μας αυτή θα ελκύσει την Χάρη του Κυρίου μας σε όλη την ανθρωπότητα και στο φυσικό περιβάλλον. Αντίθετα αν συνεχίσουμε να δικαιώνουμε ο καθένας τον εαυτό του, σαν τον νομικό του σημερινού ευαγγελίου, δεν θα σταματήσουν τα προβλήματα και οι δυστυχίες. Θα χάνουμε το δρόμο μας για το Θεό και την Βασιλεία Του. Ευχή μας, λοιπόν, να διώξουμε οριστικά τη δικαιολογία από τη ζωή μας και να βάλουμε στη θέση της την αγία αυτομεμψία. Αμήν!
Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Θεολόγος