«Ιησού, Επιστάτα, ελέησον ημάς».
Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, ο ιερός Ευαγγελιστής Λουκάς, μας παρουσιάζει το ιστορικό ενός θαύματος, της θεραπείας των δέκα λεπρών. Το θαύμα τούτο έγινε έξω από τα Ιεροσόλυμα, σε ένα χώρο όπου οι Ιουδαίοι περιόριζαν τους λεπρούς, για να μην μεταδίδουν την κολλητική αυτή ασθένεια στους υγιείς.
Οι λεπροί, έχοντας ακούσει για τα πολλά θαύματα που έκαμε ο Κύριος, μη τολμώντας να τον πλησιάσουν, στάθηκαν μακριά και φώναζαν: «Ιησού, Επιστάτα, ελέησον ημάς». Ικετεύουν τον Χριστό και απευθύνονται σε Αυτόν, όχι σαν απλό άνθρωπο, αλλά τον παρακαλούν αναγνωρίζοντας τη Θεότητά του. Τον αποκαλούν επιστάτη, δηλαδή Κύριο. Απ’ αυτόν περιμένουν τη θεραπεία τους, αφού σαν Θεός που είναι, είναι Κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου, της υγείας και της ασθένειας.
Ο Κύριος, σαν Θεός ελέους και οικτιρμών, αμέσως σπλαχνίζεται τα πλάσματά του. Χωρίς να τους πλησιάσει, θέλοντας να τους κάμει να αισθανθούν εντονότερα την ενέργεια της Θείας χάρης, τους παραγγέλλει να πορευθούν προς τους ιερείς και κατά την πορεία τους αυτή θα γίνουν καλά.
Αγαπητοί μου, μέσα στη δίνη των σημερινών συνθηκών της τραγικής πανδημίας του κορονοιού, που ζούμε σήμερα, καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολη ήταν η θέση των δέκα λεπρών. Κανένας δεν τους πλησίαζε, κανένας δεν ήθελε να έχει σχέση μαζί τους. Τους είχαν πετάξει σε εκείνο το απόμακρο μέρος και περίμεναν ,οι δυστυχισμένοι, τον θάνατο. Μόνο νεκροί θα έφευγαν από εκεί.
«Ιησού, Επιστάτα, ελέησον ημάς». Παρακαλούν και φωνάζουν επίμονα. Και η δική μας φωνή και οι προσευχές μας πρέπει να είναι επίμονες και συνεχείς. Πρέπει να χαρακτηρίζονται από πίστη και επιμονή. Χωρίς να απελπιζόμαστε και χωρίς να λυγίζουμε από τις δυσκολίες.
Και πράγματι, είναι πολύ δύσκολη η θέση των χιλιάδων, των εκατομμυρίων ασθενών που δοκιμάζονται από την φοβερή πανδημία που μαστίζει όλες τις χώρες της υφηλίου. Είδαμε να εκτυλίγονται σκηνές δύσκολες και πρωτόγνωρες συνθήκες. Να κλείνουν οι εκκλησίες, να φοβάται ο κόσμος να κοινωνήσει, να προσκυνήσει και άλλα πολλά. Εμείς, όμως, που πιστεύουμε στον Χριστό, δεν πρέπει να έχουμε αμφιβολία ότι ο Χριστός είναι «επιστάτης» , είναι παντοδύναμος και μπορεί να θεραπεύει όλες τις ασθένειες, ακόμα και τον κορονοιό. Δεν πρέπει να έχουμε , επίσης, αμφιβολία, ότι η Εκκλησία δεν μεταδίδει ασθένειες, αλλά θεραπεύει ασθένειες.
Με αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να καταφεύγουμε στην ιατρική επιστήμη για να μας βοηθήσει. Τους ιατρούς είναι ο Θεός που θα τους φωτίζει και τους ενισχύει στο δύσκολο έργο τους. Τους νοσηλευτές είναι ο Θεός που τους ενδυναμώνει και τους βοηθά να στέκουν δίπλα από τους ασθενείς και να τους περιποιούνται σαν άγγελοι φωτός, χωρίς να υπολογίζουν τους κινδύνους που εμπεριέχει το λειτούργημά τους.
Η ιατρική επιστήμη, όμως, δεν είναι η πανάκεια. Χωρίς τη θεία επέμβαση, δεν μπορεί μόνη η ιατρική επιστήμη να νικήσει οποιαδήποτε ασθένεια. Εκείνοι, πάλι, που δεν παραδέχονται την ιατρική επιστήμη, δεν αποδέχονται τη θεία ενέργεια και την ενίσχυση του Θεού προς τα πλάσματά του. Πολλοί σύγχρονοι άγιοι, όπως ο Νεκτάριος, ο Παϊσιος, ο Πορφύριος, κατέφευγαν στους ιατρούς και εδέχονταν διάφορες θεραπείες σε νοσοκομεία. Δεν έμεναν αδρανείς, περιμένοντας μονο την θεραπεία από τον Κύριο. Πρέπει, λοιπόν, να καταφεύγουμε στους αγίους μας και στη θεία επέμβαση, για να θεραπεύει την ασθένειά μας, αλλά συγχρόνως πρέπει να καταφεύγουμε και στα όργανα του Θεού, που είναι οι ιατροί, για να θεραπευόμαστε.
Γι’ αυτό είναι λάθος να μην αποδεχόμαστε τη θεραπεία οποιασδήποτε ασθενειας, από ειδικούς επιστήμονες, περιμένοντας μόνο τη θεία επέμβαση. «Μη εκπειράσης Κύριον τον Θεόν σου» λέγει ο ίδιος ο Χριστός. Φυσικά έχουμε το δικαίωμα να επιλέξουμε εμείς τη θεραπεία και τον θεράποντα ιατρό για τις διάφορες ασθένειές μας.
Αγαπητοί μου,
Είναι κακή η ασθένεια, είναι κακή οποιαδήποτε πανδημία, αλλά πιο κακή και πιο επικίνδυνη είναι η πανδημία της αμαρτίας. Ο Χριστός καθαρίζει και σήμερα το ανθρώπινο γένος από τη λέπρα της αμαρτίας και της κακίας. Η Εκκλησία, το πνευματικό Νοσοκομείο, προσφέρει σε όλους θεραπεία. Τα μυστήρια της Εκκλησίας μας είναι σωστικά και λυτρωτικά. Ποια όμως είναι η δική μας στάση; Μοιάζουμε με το θεραπευμένο Σαμαρείτη του Ευαγγελίου, που αναγνώρισε το Χριστό και τον δόξασε ή με τους εννέα υπόλοιπους λεπρούς που αγνόησαν το Χριστό και τη λυτρωτική του δύναμη; Μοιάζουμε μήπως με τους εννέα αχάριστους λεπρούς, που δεν ένιωσαν την ανάγκη να πουν ένα μικρό ευχαριστώ στο μεγάλο ευεργέτη τους;
Ο Χριστός είναι ο μεγάλος ευεργέτης μας. Αυτός μας χαρίζει τη ζωή, την υγεία, τη χαρά. Πάντοτε ας τον ευχαριστούμε και ας τον δοξολογούμε. Οι παππούδες μας που ζούσαν σε πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις από εμάς, άρχιζαν την ημέρα τους με ένα «δόξα σοι ο Θεός» . Πάντοτε ευχαριστούσαν το Θεό με αυτή τη μικρή φράση που περιέχει τόσο μεγάλο νόημα: «Δόξα σοι ο Θεός». Πάντοτε λοιπόν πρέπει να δοξολογούμε το Θεό για όλα τα καλά που μας δίνει, ακόμα και για τις δοκιμασίες που επιτρέπει να μας έλθουν.
Ακόμα και αυτή τη μεγάλη δοκιμασία της πανδημίας του κορονοιού, ο Θεός την επιτρέπει για να δοκιμάσει τις αντοχές μας, την πίστη μας, την αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας. Αν αγαπώ τον πλησίον μου θα φροντίζω να μη του μεταδώσω την ασθένεια την οποία εγώ έχω, έστω και χωρίς να το γνωρίζω. Λαμβάνω, λοιπόν, όλα τα μέτρα για να προστατεύω τον πλησίον μου.
Επίσης, υπάρχει τρόπος να βοηθούμε τους πάσχοντες συνανθρώπους μας, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τη δική τους ασφάλεια, ή τη δική μας. Ένας λόγος παρηγορίας, έστω από το τηλέφωνο, μια συμβουλή για θεραπεία, μια οικονομική ίσως βοήθεια μπορεί να αποτελεσει μεγάλη ενίσχυση για τους πάσχοντες συνανθρώπους μας.
Με το να δίνουμε τη βοήθειά μας προς τον ασθενούντα συνάνθρωπό μας, που έχει ανάγκη, είναι ένας τρόπος έκφρασης της ευγνωμοσύνης μας προς τον μεγάλο Ευεργέτη μας, τον Χριστό που μας δίνει τόσα καλά σε αυτήν και στη μέλλουσα ζωή…
Αλέξανδρος Ταπάκης, Θεολόγος