Εορτάζουμε και πανηγυρίζουμε, ως Εκκλησία του Χριστού, στις 30 Ιανουαρίου την κοινή μνήμη των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου. H εορτή αυτή καθιερώθηκε, ύστερα από τη θαυμαστή θεία πληροφορία προς τον Ιωάννη, Επίσκοπο Ευχαϊτών, για το ισότιμο μέγεθος των Τριών αυτών Ιεραρχών, επί βασιλείας Αλεξίου του Κομνηνού, προκειμένου να παύσει η αντιπαλότητα μεταξύ των Χριστιανών, ποιος από τους τρεις είναι ο μεγαλύτερος.
Έτσι, από τότε ορίστηκε ως κοινή εορτή των Τριών Ιεραρχών, διά της οποίας εκφράζεται και προβάλλεται η μεγάλη και καθοριστική συμβολή των τριών μεγάλων Πατέρων στα θεολογικά, πνευματικά, κοινωνικά και παιδευτικά θέματα. Αναμφίβολα, το περιεχόμενο της διδασκαλίας τους είναι καρπός της παιδείας και της άσκησής τους, αλλά και έκφραση της εν Αγίω Πνεύματι πολιτείας και αναστροφής τους.
Υπήρξαν και οι Τρεις γόνοι σπουδαίων, κατά Θεόν, γεννητόρων. Και έτυχαν μοναδικής, για την εποχή τους, μόρφωσης και παιδείας.
Ωστόσο, ούτε το αρχοντικό της καταγωγής τους, αλλ’ ούτε και το μέγεθος της γνωστικής κατάρτισής τους αποτέλεσαν πρόκριμα και παγίδα, ώστε να εκτραπούν και να αποπροσανατολιστούν προς τα υλικά και θελκτικά μεγέθη του παρόντος κόσμου.
Αλήθεια, ποιος, όχι μόνο στην περίοδο τη δική τους, αλλά και διαχρονικά έχει να παρουσιάσει τη δυναμική του νοός του Βασιλείου, το βαθύ και μεστό της φρόνησης του Γρηγορίου ή το υψιπετές του λόγου του Χρυσοστόμου; Ποιος ίδρυσε, οργάνωσε και λειτούργησε, αλλά και διακράτησε φιλανθρωπικό έργο με πολλές προεκτάσεις, όπως η Βασιλειάδα, η οποία παραμένει στους αιώνες ως άθλημα ακατόρθωτο; Και, ακόμη, ποιος θεολογικός νους μπόρεσε και ενεβάθυνε στα Μυστήρια της Οικονομίας του Θεού, ώστε να κατορθώσει, κατά την έκφραση του ίδιου του Γρηγορίου, και να ανεύρει το «πλέον» ή το «πλείον» του θείου λόγου; Και τούτο επαληθεύεται μέσα από τα συγγράμματά του και το Περί Αγίου Πνεύματος έργο του, το οποίο παραμένει κορυφαίο στο είδος του. Επιπρόσθετα, ποιος, μεταξύ άλλων, κατόρθωσε να κατανοήσει και να ερμηνεύσει τον Απόστολο Παύλο, όπως ο Ιερός Χρυστόστομος;
Εδώ πρέπει να αποσαφηνίσουμε, ότι και οι Τρεις δεν έζησαν, ασκώντας το έργο τους σε μέρες άνεσης και απουσίας πειρασμών, τόσο για τους ίδιους, όσο και για την Εκκλησία. Ο Βασίλειος είχε τους εχθρούς του, οι οποίοι και τον μισούσαν θανάσιμα. Μεταξύ άλλων, στην αρχή της ιερατικής διακονίας του αποτέλεσε στόχο του ίδιου του Επισκόπου του, για να αποσυρθεί και να επιστρέψει στη συνέχεια να διακονήσει τον ασθενούντα Επίσκοπό του, μέχρι τέλους. Να σημειώσουμε, ακόμη ότι ο ίδιος ο Βασίλειος πολλές φορές αναφέρεται στις δύο χρόνιες και αθεράπευτες για την εποχή του ασθένειες, η μία για το συκώτι του και η άλλη για τα νεφρά του. Ωστόσο, οι δυσκολίες αυτές δεν τον εμπόδισαν να συντάξει έργα υψηλού περιεχομένου. Από το πλήθος των επιστολών του σώζονται 368.
Τα του βίου του Μεγάλου Βασιλείου μάς τα διασώζει στον περίφημο Επιτάφιο Λόγο του ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Και σ’ αυτόν τον λόγο αξίζει να σημειωθεί, ο διάλογος μεταξύ Βασιλείου και του υπάρχου Μοδέστου, ο οποίος κάλεσε τον Βασίλειο, κατ’ εντολή του Αυτοκράτορα Ουάλεντα, ώστε να προσυπογράψει και αυτός, επιτέλους, ένα φιλοαρειανικό κείμενο, για να παύσει η σχετική εκκλησιαστική διαμάχη.
Ο Βασίλειος, παρά τις απειλές, δεν υποχώρησε, για να θαυμάσει τον άνδρα ο Μόδεστος και να του ομολογήσει, πως μέχρι σήμερα δεν γνώρισε από κανένα Επίσκοπο τέτοια στάση. Για να απαντήσει ο Βασίλειος: «Προφανώς, δεν έχεις συναντήσει πραγματικό Επίσκοπο».
Ο Μ. Βασίλειος ένας παγκόσμιος και οικουμενικός άνθρωπος που δεχόταν στη Βασιλειάδα, η οποία παραμένει αξεπέραστη, όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους, Χριστιανούς, ειδωλολάτρες και Ιουδαίους.
Αλλά και ο Γρηγόριος, θέτοντας υπεράνω του εαυτού του και του προσανατολισμού του, ως νηπτικού Θεολόγου, και αποβλέποντας στο συμφέρον της Εκκλησίας, αποδέχεται τον σταυρό να διακονήσει από τη θέση του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, προκειμένου να αντιμετωπίσει την αρειανική λαίλαπα, η οποία κραταιώθηκε στη Βασιλεύουσα, και να δεχθεί εκεί φοβερούς διωγμούς. Και, στη συνέχεια, αναλαμβάνει και προετοιμάζει το έργο της Β’ Οικουμενικής Συνόδου (381 μ.Χ.), για να αντιμετωπίσει με ταπείνωση εκεί τον φθόνο και την κακότητα πολλών. Επί του προκειμένου, το έργο του «Περί Αγίου Πνεύματος» αποτέλεσε τη βάση των αποφάσεων της Συνόδου αυτής. Και, στη συνέχεια, υποβάλλοντας την παραίτησή του από τη θέση του Επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, θα γράψει, χαρακτηριστικά: «Ο φθόνος ου των πολλών, αλλά και των αρίστων».
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, προσκαλούμενος από τον Αυτοκράτορα Αρκάδιο, φεύγει από την Αντιόχεια και αναλαμβάνει τη διακονία στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Εκεί περιστοιχίζεται από πολλούς, οι οποίοι προσπαθούν να τον υποσκάψουν. Ωστόσο, αυτός παραμένει και υπομένει τις δυσκολίες και τους πειρασμούς, προβαίνει σε κάθαρση της Εκκλησίας, οργανώνει συσσίτια και διακονεί τους εμπερίστατους αδελφούς του, οι οποίο ήταν χιλιάδες. Ταυτόχρονα, δεν παύει από του να διδάσκει συστηματικά τον λόγο του Θεού και να προσεγγίζει, κατά τρόπο μοναδικό, τα κείμενα της Αγίας Γραφής. Ούτε διστάζει να τα βάλει με την Αυτοκρατορική Αυλή και να ελέγξει τη διαφθορά, από όπου και αν προερχόταν. Δυστυχώς, όμως, η όλη αναστροφή του τέθηκε στο στόχαστρο, ώστε να πέσει θύμα συκοφαντιών και διαβολών, να εξοριστεί δύο φορές και να καταλήξει πεινασμένος και ταλαιπωρημένος στη δεύτερη εξορία του.
Οι Τρεις εορταζόμενοι Ιεράρχες αποτελούν για την Εκκλησία διαχρονικά ορόσημα μεγαλείου προσώπου και διακονίας προς την Εκκλησία. Αυτοί είναι εκείνοι, οι οποίοι σφράγισαν την εποχή τους και, με την όλη προσφορά τους, ανέδειξαν το 4ο αιώνα, ως τον «χρυσούν αιώνα της Εκκλησίας». Γι’ αυτό και αποτελούν θυσιαστικά πρότυπα, εν έργω και λόγω, και αρδεύουν διαχρονικά τη ζωή των Μελών της Εκκλησίας.
Εμείς σήμερα καλούμαστε να γίνουμε μιμητές του λόγου και του έργου τους, στο μέτρο των δυνάμεων και της θέσης του καθενός μας.
Μετ’ ευχών πατρικών,
ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαΐας.
Κυριακή, 30 Ιανουαρίου 2022