«Και αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ»
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας μεταφέρει σε μια όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ, στην οποία ο Ιησούς πραγματοποιεί ένα μεγάλο θαύμα. Εκεί ο Ιησούς συναντά τον Σίμωνα, τον μετέπειτα Απόστολο Πέτρο, και τους αδελφούς Ιάκωβο και Ιωάννη, να πλένουν τα δίχτυα. Και επιλέγει να εισέλθει στο πλοιάριο του Σίμωνα, να το χρησιμοποιήσει ως άμβωνα, για να διδάξει τα πλήθη του λαού. Θέλοντας ο Ιησούς να ευχαριστήσει το Σίμωνα για την εγκάρδια φιλοξενία του
στο πλοιάριο, του υπέδειξε να ξαναρίξει τα δίχτυά του στη θάλασσα. «Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων εἶπεν αὐτῷ· ἐπιστάτα, δι ̓ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον».
Ο Σίμων έκανε υπακοή στον λόγο Του Κυρίου και το θαύμα έγινε. Έπιασαν πλήθος ιχθύων, τόσο πολύ που τα δίχτυα είχαν αρχίσει να σχίζονται. Αντικρύζοντας ο Σίμων το θαύμα, κυριευμένος από δέος, παρακαλεί τον Ιησού να εξέλθει από το πλοιάριο, γιατί δεν ήταν άνθρωπος που μπορούσε να φιλοξενεί τον Διδάσκαλο Χριστό. Αναγνώρισε ο Πέτρος ότι ο Χριστός δεν ήταν ένας απλός προφήτης, αλλά ήταν ο ίδιος ο Θεός.
Τότε ο Ιησούς τον καθησύχασε και του είπε: «Μη φοβάσαι. Από τώρα θα σαγηνεύεις ανθρώπους, τους οποίους με το κήρυγμά σου θα οδηγείς στη σωτηρία».
Κατόπιν αφού όλοι μαζί οι ψαράδες επανάφεραν τα πλοία στη στεριά, άφησαν τα πάντα και Τον ακολούθησαν. Η υπακοή στο θείο θέλημα μπορεί να κατανοηθεί αλλά και να εφαρμοσθεί μόνο όταν γίνεται με προθυμία και με αγωνιστική διάθεση. Αν κοιτάξει και εμβαθύνει κανείς στην ιστορία της Εκκλησίας μας, θα διαπιστώσει κανείς ότι τα στοιχεία αυτά, η πίστη, η απλότητα, η υπακοή και η προθυμία, στοιχεία που είχε ο Σίμωνας, είναι κοινά σε όλους τους αγίους, σε όλους εκείνους τους
ανθρώπους που έβαλαν πάνω από τον εαυτό τους το Χριστό και την Εκκλησία.
Μέσα από το θαύμα αυτό, λοιπόν, ο Ιησούς ήθελε να διδάξει σημαντικές αλήθειες στους ψαράδες της Γαλιλαίας, τους οποίους σε λίγο θα καλούσε στο αποστολικό αξίωμα, να γίνουν αλιείς ανθρώπων και να σαγηνεύουν στα πνευματικά τους δίχτυα όλη την οικουμένη.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
«Ὡς ὕδατα θαλάσσης φιλάνθρωπε, τὰ κύματα τοῦ βίου…», που μας κατακλύζουν στην καθημερινότητά μας. Κάπου πρέπει να ακουμπήσουμε. Το έχουμε ανάγκη. Και αυτό δεν είναι άλλο από την απόλυτη εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού. Αυτό συνεπάγεται με ταπείνωση και εκκοπή του εγώ. Αν δεν αποκτήσουμε ταπείνωση, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το Θεό. Η βίωση της ταπείνωσης στην καθημερινή ζωή είναι αυτή που χαριτώνει τον άνθρωπο. «Αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ», θέτοντας τον Χριστό ως προτεραιότητα στη ζωή τους, χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς το εμπόδιο των
υλικών αγαθών και βιωτικών μεριμνών.
Η ζωή μας χρειάζεται πίστη. Αν αποκτήσουμε πίστη στο Θεό, τότε θα μειωθεί το άγχος και η αγωνία που μας καταβάλλουν καθημερινά. Χωρίς την πίστη στο Θεό, ο κάθε άνθρωπος τελικά μένει μόνος του επάνω στη γη. Χωρίς την πίστη δεν έχει ούτε πυξίδα στη ζωή του, ούτε άγκυρα, δεν έχει ούτε προσανατολισμό αλλά ούτε και στήριγμα από το οποίο να παίρνει δύναμη. Και η πίστη δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά η βεβαιότητα ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Σωτήρας μας.
Αμήν και του Θεού η δόξα.